Σοφία Βασιλειάδου, Τρίλοφος
Ποια είναι σήμερα η κατάσταση:
– Υπάρχει έλλειψη εθνικού σχεδιασμού. Οι μέχρι τώρα Νομαρχιακοί σχεδιασμοί περιοριζόταν σε πρόχειρες λύσεις για εκτόνωση τοπικών προβλημάτων.
Δημιουργήθηκαν πολλοί μικροί ΧΥΤΑ με προβλεπόμενο χρόνο ζωής 20 χρόνια· μάλιστα εξακολουθούν ακόμη και τώρα να κατασκευάζονται, ενώ θα έπρεπε να καταργηθούν ή να αναβαθμιστούν μέσα σε δυο χρόνια (ευρωπαϊκή οδηγία). Στην εγκληματική καθυστέρηση ως σήμερα λειτουργίας ΧΥΤΑ πρέπει να αποδοθεί και το ανυπολόγιστο κόστος των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των χωματερών (βλέπε Ταγαράδες) οι οποίες υποχρεωτικά κλείνουν το 2008, εκτός κι αν καταβάλλεται πρόστιμο για κάθε ημέρα λειτουργίας.
– Περιφερειακός σχεδιασμός. Υποτίθεται ότι θα οδηγούσε σε ορθολογικότερες επιλογές σε επίπεδο περιφέρειας. Όμως δεν συμβαίνει αυτό. Ο σχεδιασμός χαρακτηρίζεται από ασάφεια. Αφήνεται ανοιχτή έτσι η δυνατότητα τοπικών επιλογών ακριβών και επιζήμιων οικονομικά και περιβαλλοντικά (αποτεφρωτήρες;) και ευνοείται η ανάπτυξη πελατειακών σχέσεων σε επίπεδο ΟΤΑ.
Οι πιέσεις που κατά διαστήματα εξασκούνται από τους Δήμους, μάλλον είναι πιέσεις στην κατεύθυνση απόδοσης αντισταθμιστικών οφελών παρά στην κατεύθυνση προστασίας της δημόσιας υγείας, με τον οικονομικότερο και πληρέστερο δυνατό τρόπο. Δεν υπάρχει διαφάνεια στη λήψη αποφάσεων. Η κοινωνική συναίνεση αγνοείται αν και αποτελεί προϋπόθεση κατά την Ευρωπαϊκοί νομοθεσία. Και βέβαια κοινωνική συναίνεση δεν σημαίνει συμμετοχή στις αποφάσεις.
Όμως για την εθνική οικονομία και την οικονομική ανάπτυξη της χώρας είναι θέμα πολύ σημαντικό η επιλογή τρόπου διαχείρισης των απορριμμάτων.
Οι οικονομικές επιπτώσεις σχετικών αποφάσεων μεταφράζονται σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ ετησίως και είναι οι πολίτες που άμεσα ή έμμεσα θα κληθούν να καλύψουν το κόστος.
Ενώ σπαταλούνται κοινοτικά και εθνικά κονδύλια υπάρχει υποχρηματοδότηση σε βασικά έργα, ώστε να μη υλοποιείται ούτε καν αυτός ο προβληματικός σχεδιασμός. Ο εθνικός σχεδιασμός περιορίζεται σε έργα, για τα οποία υπάρχει έντονο ενδιαφέρον από κατασκευαστικές εταιρείες, εργολάβους, και δεν ασχολείται με τα συστήματα διαχείρισης. Άστοχες επιλογές μπορεί να οδηγήσουν σε επιπλέον επιβάρυνση με 60-80 ευρώ ανά κάτοικο ετησίως. Και απ’ ότι φαίνεται οδηγούμαστε σε δύο λύσεις: α) κρατική επιδότηση του ιδιώτη φορέα διαχείρισης, ή των ΣΔΙΤ (από τα χρήματα των φορολογουμένων)· β) επιβάρυνση των πολιτών απ’ ευθείας με αύξηση του τέλους αποκομιδής.
Οι ΣΔΙΤ (Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα) λειτουργούν με χρηματικό δανεισμό όπου πρωταγωνιστές είναι οι τράπεζες και εγγυητής το κράτος. Αν το έργο δεν έχει κερδοφορία θα εγκαταλειφθεί ή δεν θα γίνει.
Η επιδότηση ΣΔΙΤ έχει δημιουργήσει σημαντικότερες σπατάλες κοινοτικών και εθνικών κονδυλίων
Η απουσία του ΥΠΕΧΩΔΕ, η σύγχυση αρμοδιοτήτων, η δημιουργία ενδοδιοικητικών αντιπαλοτήτων και ανταγωνισμών, η πλημμελής ενημέρωση συντελούν στην κακή διαχείριση.
Η ανεπάρκεια στην Ελλάδα δεν οφείλεται πάντως σε θεσμικό έλλειμμα αλλά σε έλλειμμα πολιτικής βούλησης.
Θα πρέπει να απαιτήσουμε:
– Τη διασφάλιση της ελαχιστοποίησης: Με προτεραιότητα στην πρόληψη και τη μείωση των σκουπιδιών στην πηγή (πηγή δεν είναι μόνο ο καταναλωτής αλλά και κάθε βιομηχανία με τις συσκευασίες της), με επαναχρησιμοποίηση, ανακύκλωση, κομποστοποίηση.
– Την κοινωνική συμμετοχή στην λήψη αποφάσεων και όχι μόνο τη συναίνεση
– Τη διαμόρφωση ορθολογικού και κοινωνικά αποδεκτού ολοκληρωμένου εθνικού σχεδιασμού με τη λήψη στρατηγικών αποφάσεων για όλα τα απόβλητα (αστικά, βιομηχανικά, τοξικά, αδρανή). Αυτός θα πρέπει να λαμβάνει σοβαρά υπ’ όψη τους παράγοντες: οικονομία προς όφελος των πολιτών, περιβάλλον, κοινωνία.
– Η διαχείριση των σκουπιδιών και του νερού, όπως και η εκπαίδευση και η υγεία καλύπτουν κοινωνικές ανάγκες. Άρα η ευθύνη διαχείρισής τους ανήκει αποκλειστικά στο Δημόσιο και δεν παραχωρείται, ακόμη και εν μέρει, σε ιδιώτες ή ΣΔΙΤ.
– Να αποκλειστούν τεχνολογίες όπως είναι η καύση (αποτεφρωτήρας), η οποία έχει υψηλό κόστος και σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις με τα στερεά και αέρια τοξικά απόβλητα. Δεν συμβάλει στην προώθηση της ανακύκλωσης, δεν δημιουργεί θέσεις εργασίας και δεν έχει την κοινωνική συναίνεση. Δυστυχώς ο πρόεδρος ΟΤΑ έχει επιλέξει αυθαίρετα για τη Θεσσαλονίκη την κατασκευή δυο αποτεφρωτήρων. Το έργο πάγωσε προς το παρόν λόγω καταγγελίας για σκανδαλώδη επιλογή, από οικονομική και περιβαλλοντική πλευρά, της κατασκευαστικής εταιρείας (συμφερόντων Μπόμπολα).
Και να μην ξεχνάμε την αποκατάσταση και την επαγρύπνηση που απαιτείται για πολλά χρόνια στην χωματερή των Ταγαράδων.
Όπως φαίνεται το πρόβλημα των σκουπιδιών θα μας απασχολήσει πολύ ακόμη.